Ο κωμικός ηθοποιός Buster Keaton έγινε δημοφιλής από τις πρωτοποριακές ταινίες του, στη δεκαετία του 1920. Ο Τζόζεφ Φρανκ Κίτον γεννήθηκε στο Κάνσας, στις 4 Οκτωβρίου του 1895. Ήταν παιδί ηθοποιών του Vaudeville (Βαριετέ). Το ψευδώνυμο Μπάστερ το απέκτησε όταν ήταν έξι μηνών. Πέφτοντας από μια σκάλα, ανακάθισε χωρίς να πάθει κάτι. Ο μάγος Χουντίνι, που δούλευε με τους γονείς του, αναφώνησε «That’s was a real buster!» και από τότε τον φώναζαν έτσι. Άρχισε να παίζει στο Βαριετέ σε ηλικία 3 ετών. Είχε ταλέντο ως ακροβάτης και μίμος. Μπήκε στον κόσμο του Κινηματογράφου σε ηλικία 21 ετών. Αμέσως ξεχώρισε για το ιδιαίτερο χιούμορ του και την αγέλαστη ατάραχη έκφρασή του που πάντα εμπεριείχε θλίψη. Έμεινε γνωστός στον κόσμο του σελιλόιντ ως «ο άνθρωπος με το πέτρινο πρόσωπο».
Η πρώτη του ταινία, «The butcher boy», γυρίστηκε το 1917 και έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Το 1920, ο Μπάστερ Κίτον ξεχώρισε και ως σκηνοθέτης. Πολυεργαλείο, έγραφε τα σενάρια των ταινιών, τα σκηνοθετούσε και φυσικά πρωταγωνιστούσε σ’ αυτές. Η σημαντικότερη δημιουργία του ήταν η ταινία, «The General» / Ο Στρατηγός (1927), στην οποία υποδυόταν ένα μηχανικό τρένων, την εποχή του εμφυλίου πολέμου. Ο Κίτον ήταν η πλήρης δύναμη πίσω από την ταινία, γράφοντας και σκηνοθετώντας. Η ταινία αποδείχθηκε αρχικά μη εμπορική, χρόνια αργότερα όμως χαρακτηρίστηκε ως ένα πρωτοποριακό masterpiece. Στο αποκορύφωμα της καριέρας του, στα μέσα της δεκαετίας του 1920, ο Κίτον συναγωνιζόταν για την πρώτη θέση με το άλλο αστέρι του βωβού κινηματογράφου, τον Charlie Chaplin. Ο μισθός του έφτανε τα 3.500 δολάρια την εβδομάδα και απέκτησε στο Μπέβερλι Χιλς ένα πολυτελές σπίτι, αξίας 300.000 δολαρίων.
Το 1928, ο Κίτον έκανε την κίνηση που αργότερα θα αποκαλούσε «το λάθος της ζωής μου». Με την έλευση των ομιλούντων ταινιών, υπέγραψε με την εταιρία MGM για να κάνει μια σειρά από νέες κωμωδίες, με ήχο που να ταιριάζουν στη νέα επανάσταση του σινεμά. Ήταν καταδικασμένος να αποτύχει. Η ζωή του πήρε την κάτω βόλτα. Ο γάμος του με την ηθοποιό Natalie Talmadge, με την οποία είχε δύο γιους, διαλύθηκε, ενώ ο ίδιος βασανιζόταν και παλινδρομούσε ανάμεσα στον αλκοολισμό και την κατάθλιψη. Το 1934, με τη λήξη του συμβολαίου της MGM, ο Κίτον υπέβαλε πτώχευση. Τα περιουσιακά του στοιχεία ανέρχονταν μόλις στα 12.000 δολάρια. Ένα χρόνο αργότερα χώρισε τη δεύτερη σύζυγό του, Mae Scriven.
Το 1940, ο Κίτον άρχισε μια δεύτερη καριέρα. Παντρεύτηκε για τρίτη φορά, με την 21χρονη χορεύτρια, Eleanor Morris. Οι δύο θα παρέμεναν μαζί μέχρι το θάνατό του, το 1966. Η επιστροφή της φήμης του ήρθε στη δεκαετία του 1950, μετά από μια αναβίωση που πυροδότησε η βρετανική τηλεόραση, όπου ο γηραιός πια κωμικός, εμφανίστηκε σε μια σειρά προγραμμάτων. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, επίσης, το αμερικανικό κοινό γνώρισε ξανά τον Κίτον όταν έπαιξε τον εαυτό του στο διάσημο «Sunset Boulevard» του Μπίλι Γουίλντερ (1950) και στη συνέχεια στο «Chellin's Limelight» (1952). Από τότε έπαιρνε μέρος σε διάφορα αμερικάνικα σόου και διαφημίσεις.
Το 1956, πληρώθηκε από την Paramount 50.000 δολάρια για τα δικαιώματα της ταινίας «The Buster Keaton Story», η οποία βασιζόταν στη ζωή του ηθοποιού, από την εποχή του Vaudeville μέχρι την απογείωση της καριέρας του στο Χόλυγουντ. Τότε, οι θαυμαστές της ταινίας ανακάλυψαν ξανά το έργο του δημιουργού από την εποχή της μεγάλης δόξας του. Το 1962, ο Κήτον, που διατηρούσε όλα τα δικαιώματα από τις παλαιότερες ταινίες του, επανέκδωσε την ταινία «The General», η οποία εξυμνήθηκε από κριτικούς και κοινό.
Έπαιξε συνολικά σε περισσότερες από 120 ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους. Το ταλέντο του και η προσωπικότητά του υπήρξαν μοναδικά. Το 1999, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου κατέταξε τον Μπάστερ Κίτον στην 21η θέση της λίστας με τους καλύτερους άντρες ηθοποιούς όλων των εποχών, και το περιοδικό Entertainment Weekly στην 7η θέση καλύτερου σκηνοθέτη όλων των εποχών.
Την 1η Φεβρουαρίου 1966, πέθανε στον ύπνο του, εξαιτίας επιπλοκών καρκίνου του πνεύμονα από τον οποίο έπασχε, στο σπίτι του στο Woodland Hills της Καλιφόρνια.